Έχω ρίζες που με τραβάνε βαθιά στο χώμα. Τώρα που τα
κλαριά μου αγγίζουν ουρανό κάτι με τραβάει αντί να μ’ αφήσει να φύγω
ψηλά. Στην δική μου ψυχανάλυση έρχονται τα ονόματα και οι χαρακτηρισμοί
των άλλων. Οι δικοί σου και οι δικοί τους. Κι ούτε που ρωτάς
εγώ τι πιστεύω, τι θέλω. Αν θέλω να πάω πιο πέρα ή να κρατηθώ εκεί που
αγαπάω. Δεν σε πειράζουν τα λόγια μου γιατί δεν τα ακούς. Στο μυαλό
σου τρέχεις σε δρόμους ανοικτούς. Στο δικό μου μετράω καλοκαίρια.
Είναι αυτή η ζεστασιά που δύσκολα πια συναντάς σε αγκαλιές χωρίς δικές σου
μυρωδιές, σε ξένα μάτια. Μ’ αρέσει να κουρνιάζω στο χώμα, να τεντώνομαι, να το
σκαλίζω με τα χέρια μου, να σκύβεις και να σου κλέβω φιλιά. Μα εσύ
φωνάζεις πως μπορώ κι άλλο, ακόμη πιο ψηλά… πιο πολύ. Αχ να μ’ ήξερες
λίγο ακόμη. Να ’βλεπες τα δικά μου ταξίδια. Τα δικά μου
λιμάνια.
...Μπήκε
άνοιξη και στολίστηκα με μικρά μπουμπούκια.